Είμαι τρομερά συγκινημένη που βρίσκομαι σήμερα εδώ, περήφανη για την καταγωγή μου απ’ αυτά τα χώματα, γεμάτη σεβασμό για την μακραίωνη ιστορία τους. Πατρίδα του Ορφέα και της Μνημοσύνης, γη των Μουσών και της μουσικής σύμφωνα με τον Στράβωνα, («οι τ’ επιμεληθέντες της αρχαίας μουσικής Θράκες λέγονται», γράφει στα ‘Γεωγραφικά’ του), τόπος κατοικημένος από τον 11ο αιώνα π.Χ. από διάφορα θρακικά φύλα που θα αφομοιωθούν πολιτισμικά από το ελληνικό στοιχείο λόγω της αδιάλειπτης παρουσίας των ελληνικών αποικιών στην περιοχή αλλά και λόγω της πολιτικής των Μακεδόνων βασιλέων, ζωτικός χώρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αργότερα πνεύμονας του Βυζαντίου και ασπίδα της Κωνσταντινούπολης στις αλλεπάλληλες επιδρομές επίβουλων γειτόνων, η Θράκη επέδειξε στα νεότερα χρόνια θαυμαστή θρησκευτική και κοινοτική οργάνωση που της επέτρεψε να διατηρήσει την πολιτιστική της συνοχή σ’ όλη τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου. Γέφυρα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση υπήρξε, παράλληλα, χωνευτήρι λαών και πολιτισμών, ένα σταυροδρόμι όπου συναντιούνταν και ανταλλάσσονταν προϊόντα και ιδέες, μια περιοχή ανοιχτών οριζόντων. Τόπος διασταυρώσεων, αλληλεπιδράσεων και συμβίωσης ανάμεσα σε κοινότητες διαφορετικής εθνοτικής και πολιτισμικής προέλευσης, απέκτησε μέσα στους αιώνες έναν πολυπολιτισμικό χαρακτήρα που διεύρυνε τον νοητικό ορίζοντα των Θρακιωτών και ενίσχυσε τον δυναμισμό, τη δημιουργικότητα, το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο.
Πόσοι δεν πέρασαν από εδώ, πόσους δεν γέννησε αυτός ο τόπος. Ιστοριογράφους, λαογράφους, γλωσσολόγους που μελέτησαν τα πλούσια αποτυπώματα του παρελθόντος στην θρακική γη, ιχνηλατώντας την ιστορική συνέχεια του ελληνικού στοιχείου μέσα στους αιώνες, όπως ο Κωνσταντίνος Κουρτίδης από την Αδριανούπολη και ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου από τις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης.
Σπουδαίες γυναίκες, όπως οι αδελφές Αύρα και Θεώνη Θεοδωροπούλου από την Αδριανούπολη, η πρώτη εξαιρετική μουσικοπαιδαγωγός και πρωτοπόρα του γυναικείου κινήματος, η δεύτερη ποιήτρια, που έμεινε στην ιστορία της λογοτεχνίας μας με το ψευδώνυμο Μυρτιώτισσα.
Εθνικούς ευεργέτες που προήγαγαν την ελληνική παιδεία στη Θράκη, όπως ο καπνοβιομήχανος Νέστορας Τσανακλής από την Κομοτηνή [που οικοδόμησε και συντήρησε με δαπάνες του την ιδρυμένη το 1907 Τσανάκλειο Σχολή την οποία θα επισκεφθούμε αύριο ]· ο γιατρός και καθηγητής Παθολογίας και Χειρουργικής Σαράντης Αρχιγένης από τους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, όπου και ίδρυσε το 1857 το «Αρχιγένειον Παρθεναγωγείον» για νέες διδασκάλισσες, το «Ελένειον Εκπαιδευτήριον» για νέους δασκάλους, νηπιαγωγείο και ορφανοτροφείο· ο Γεώργιος Ζαρίφης που ίδρυσε τα «Ζαρίφεια Εκπαιδευτήρια» στην Φιλιππούπολη· ο Γρηγόριος Μαρασλής που βοήθησε στην ανέγερση της Μαρασλείου Σχολής στη Φιλιππούπολη· ο Πλάτων Ροδοκανάκης που διαχειρίστηκε τη Μασσαλιωτική Σχολή στην Αδριανούπολη, και δεκάδες άλλοι ακόμη.
Τον κορυφαίο μαθηματικό, φυσικό, αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή με καταγωγή από την Βύσσα της Δυτικής Θράκης, μορφή της επιστήμης του και αναδιοργανωτή των Πανεπιστημίων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και τον Γεώργιο Βιζυηνό, από την Βιζύη της Ανατολικής Θράκης, έναν από τους ελάχιστους συγγραφείς του δέκατου ένατου αιώνα, στο πρόσωπο του οποίου συνδυάζονταν συστηματικές σπουδές, επιστημονικό έργο, σπάνιο αφηγηματικό ταλέντο και ποιητική ευαισθησία.
Τον Κώστα Βάρναλη, από την Ανατολική Ρωμυλία, σπουδαίο λυρικό και σατιρικό ποιητή, πεζογράφο, κριτικό, και θαρραλέο αμύντορα της δικαιοσύνης, της ισότητας και της δημοκρατίας, αλλά και τον μεγάλο μας συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι – στο σπίτι του οποίου βρισκόμαστε σήμερα. Και είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο, στο γραμμένο από τον ίδιο βιογραφικό σημείωμα, αποτυπώνει τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της γενέτειράς του, της Ξάνθης: «Η συνύπαρξη (στην Ξάνθη) εκείνο τον καιρό ενός αντιτύπου της μπελ επόκ με αυθεντικούς τούρκικους μιναρέδες, έδινε χρώμα και περιεχόμενο σε μια κοινωνία-πανσπερμία απ’ όλες τις γωνιές της Ελλαδικής γης», γράφει. Ή, με τα δικά μου λόγια: χρώμα από τις διαφορετικές εθνότητες και πληθυσμιακές ομάδες που έζησαν όχι μόνο στην Ξάνθη αλλά και σε όλη την Θράκη και περιεχόμενο αυτήν ακριβώς την αρμονική τους συμπόρευση. Και σκέφτομαι τώρα, φέρνοντας στο νου μου τις υπέροχες μουσικές του Μάνου Χατζιδάκι, ότι αυτή η συνύπαρξη τόσων ακουσμάτων στην πόλη που γεννήθηκε – τα «ευρωπαϊκά» που χόρευαν οι αστοί της Ξάνθης στις βεγγέρες τους, οι κοσμοπολίτικες μελωδίες του 19ου και του 20ου αιώνα, το ανατολίτικο μονοφωνικό μέλος, η παραδοσιακή μουσική με την ποικιλία των ρυθμών της, τις βαλκανικές επιρροές και τον βυζαντινό της απόηχο – γονιμοποίησαν τη συνθετική του ιδιοφυΐα και μας έδωσαν ένα τόσο πολύτροπο έργο.
Μνημόνευσα ενδεικτικά τους ανθρώπους, ενδεικτικά θα μνημονεύσω και τα μνημεία τους. Σκέφτομαι το αρχαίο θέατρο της Μαρώνειας, που πρόσφατα, μετά την αναστήλωσή του, ξαναζωντάνεψε ύστερα από 2.300 χρόνια· αναλογίζομαι τα σπασμένα ρωμαϊκά μάρμαρα στη Σύναξη της Μαρώνειας ανάμεσα στις ελιές και τα πουρνάρια, τα πλινθία του παλαιοχριστιανικού ναού που ανέσκαψε ο αρχαιολόγος Χαράλαμπος Μπακιρτζής δεμένα με τα εργασμένα μάρμαρα μιας παλαιότερης εποχής, το υπέροχο μυστήριο αυτής της συνένωσης του αρχαίου με το βυζαντινό, σ’ ένα τοπίο ομηρικό, γαλήνιο. Σ’ αυτά τα ακρογιάλια, εξάλλου, λίγο βορειότερα, η τοπική παράδοση συνδέει μια σπηλιά με τον κύκλωπα Πολύφημο τον οποίο μέθυσε, με τον γνωστό «μαρωνείτη οίνο», και στη συνέχεια τύφλωσε ο πολυμήχανος Οδυσσέας. Το μυαλό μου γεμίζει εικόνες, ήχους μιας γλώσσας μουσικής: «Κύκλωψ, τῆ, πίε οἶνον, ἐπεὶ φάγες ἀνδρόμεα κρέα»… Και από τα ερείπια του αρχαιολογικού χώρου των Αβδήρων, την «πόλιν εν ταις δυνατωτάτοις ούσαν τότε των επί Θράκης», όπως γράφει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, αναπλάθω με τη φαντασία μου ένα τυπικό αβδηρίτικο σπίτι, ένα σπίτι με τετράπλευρη αυλή στην οποία βλέπουν τα δωμάτια, με το πηγάδι της στη μέση, μια εικόνα ειρηνική και οικεία, και μου έρχεται στο νου μια φράση του σπουδαίου αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη που μελέτησε σε βάθος την ελληνική αρχιτεκτονική: «Αληθινό είναι ό,τι χθεσινό το παίρνει το σήμερα, για να το δώσει στο αύριο». Και θυμάμαι τις επισκέψεις μου στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αβδήρων και τον ολοζώντανο τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται εκεί η διαχρονική εξέλιξη της πόλης, από τον 7ο αιώνα π.Χ ως τον 12ο αιώνα μ.Χ., μέσα από τα απλά αντικείμενα της καθημερινής ζωής. Γεμίζει συγκίνηση κανείς, βλέποντας τα πανάρχαια εργαλεία, τα γυάλινα αρωματοδοχεία σε υπέροχες αποχρώσεις του κίτρινου, του πράσινου και του γαλάζιου, τα χρυσά ενώτια, το ψηφιδωτό με τα δελφίνια που αποπνέει τη χαρά της ζωής αλλά κυρίως εκείνα τα καλοφτιαγμένα οστέινα κουταλάκια που φανερώνουν πως, όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές, ο άνθρωπος, οι ανάγκες του, αλλά κυρίως η δίψα του για ομορφιά μένουν αμετάλλακτες.
Η ομορφιά των έργων του ανθρώπου, βέβαια, εμπνέεται από την ομορφιά της φύσης. Τα παιδικά μου καλοκαίρια στη Σταυρούπολη τη γεύτηκα αυτήν τη φύση και το μεγαλείο της. Περπάτησα ανάμεσα στις οξιές στο παρθένο δάσος της Χαϊδούς, αυτό το διατηρητέο μνημείο της φύσης, άγγιξα τα παγωμένα νερά στον καταρράκτη του Λειβαδίτη αγκαλιασμένα από βράχια και βλάστηση, παρακολούθησα από το παράθυρο κάποιου τρένου τους μαιανδρισμούς του Νέστου. Αλλά ολόκληρη η Θράκη είναι ένας τόπος σπάνιου φυσικού κάλλους. Εδώ βρίσκονται δύο από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Ελλάδας, μεγάλες και πλούσιες λιμνοθάλασσες, η μοναδική σε αντιθέσεις οροσειρά της Ροδόπης με τα δάση της, πλήθος υγρά λιβάδια, χέρσες εκτάσεις και αμμοθίνες. Κάθε χωριό, κάθε οικισμός, κάθε δρόμος, κάθε κοίτη, κάθε παραλία πλαισιώνεται από τοπία σπάνιας γοητείας, που διαρκώς εναλλάσσονται. Μοναδική γεωμορφολογία και πλούσια βιοποικιλότητα δημιουργούν μια αστείρευτη φλέβα ζωής. Η φύση είναι η περιουσία μας και οι Θρακιώτες γνωρίζουν να την προστατεύουν και να την συντηρούν.
Τούτος ο ήρεμος, πλούσιος και όμορφος τόπος, ωστόσο, ο σφοδρά διαφιλονικούμενος κρίκος Ανατολής και Δύσης, γνώρισε συγκρούσεις, περιόδους καταστροφών, δηώσεων και διώξεων, προσπάθειες παραχάραξης της γεωπολιτικής, ιστορικής, πολιτισμικής ταυτότητας της περιοχής, εποχές καταδυνάστευσης του ελληνικού στοιχείου. Μετά την Ελληνική Επανάσταση και τη συγκρότηση του Νέου Ελληνικού κράτους, η Θράκη βρέθηκε στην πιο ευαίσθητη πολιτικά ζώνη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ως το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα το ελληνικό στοιχείο αγωνίστηκε, μέσω της εκπαίδευσης κυρίως και με τη συνδρομή της εκκλησίας, να διατηρήσει στα διάφορα αστικά κέντρα την οντότητά του. Υπήρξαν περίοδοι βίας και έντασης, απόγνωσης και αγωνίας. Με την εδραίωση, ωστόσο της ελληνικής παρουσίας στη Δυτική Θράκη, οι απλοί άνθρωποι, παρά τις επιμέρους ιδιαιτερότητές τους, κατάφεραν να ζήσουν ειρηνικά την καθημερινότητά τους και να βιώσουν τη γόνιμη ώσμωση ανάμεσα σε παραδόσεις, έθιμα, συνήθειες, τρόπους αντίληψης του κόσμου. Η ενδιαφέρουσα ανθρωπογεωγραφία της περιοχής γέννησε έναν πολιτισμό πλούσιο, συνθετικό, ανοιχτό στην ετερότητα.
Φίλες και φίλοι
Η Θράκη, η Θράκη μας, αποτελεί ένα σπάνιο συμβιωτικό παράδειγμα. Διέσχισε τα ταραγμένα νερά της ιστορίας της με νηφαλιότητα και κατέδειξε ότι οι ιστορικές και πολιτισμικές εμπειρίες είναι παράδοξα υβριδικές, μετέχουν πολλών, ακόμη και αντιθετικών βιωμάτων. Κατέδειξε ότι τα σύνορα δεν ορίζουν μόνο γεωγραφικά τα όρια πολιτικών οντοτήτων ή νομικών αρμοδιοτήτων, δεν διασφαλίζουν μόνο την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας, δεν έχουν μόνο ανεξάντλητη μεταφορική σημασία, αλλά είναι και ζώνες διάβασης προς τους άλλους, περάσματα από την όχθη της μισαλλοδοξίας σε αυτήν της δημιουργικής σύνθεσης. Στη βάση της αμοιβαιότητας, βεβαίως, η οποία, δυστυχώς, δεν είναι δεδομένη, όπως δείχνουν τα πρόσφατα γεγονότα στα σύνορά μας και η διαρκής ένταση που τα συνοδεύει.
Ένα παράδειγμα, ωστόσο, αυτής της δημιουργικής σύνθεσης στην οποία αναφέρθηκα, είναι το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων. Το σύνθημα του προγράμματος «Πρόσθεση και όχι αφαίρεση, πολλαπλασιασμός και όχι διαίρεση» πρόβαλε, από το 1997 που ξεκίνησε το πρόγραμμα, την ανάγκη «για αρμονική μέσα από το σχολείο ένταξη των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας στην ελληνική κοινωνία και την αποδοχή τους από την πλειονότητα ως ισότιμων πολιτών». Όσοι μετείχαν στην εκπαιδευτική διαδικασία, εργάστηκαν για ένα σχολείο διαπολιτισμικό, που θα παραμερίζει την κοινωνική ανισότητα και αδικία και θα προάγει τον σεβασμό στην πολιτισμική ετερότητα· ένα σχολείο ικανό να εξαλείψει τον εθνικιστικό τρόπο σκέψης, να αγκαλιάσει τους μαθητές πέρα από την εθνική και πολιτισμική τους προέλευση, να τους βοηθήσει, απροκατάληπτα, να αναπτύξουν τις γνώσεις, τις δεξιότητές τους, την κριτική τους σκέψη. Είχαν πολλά να ξεπεράσουν οι άνθρωποι που δούλεψαν στο πρόγραμμα για την εκπαίδευση των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας: τη γενική δυσπιστία, την επιφύλαξη ή και την αδαή εχθρότητα από την πλευρά όσων έχουν την τάση να αντιμετωπίζουν το παρόν με τους όρους του παρελθόντος και να προσβλέπουν σε ένα μέλλον που δεν είναι παρά αναπαραγωγή αυτού του παρελθόντος· όσων επιχειρούν να στηρίξουν τη θέση τους επικαλούμενοι ένα σωρό στερεότυπα, όπως ότι τα παιδιά των μουσουλμάνων δεν μπορούν να μάθουν ελληνικά.
Η επιτυχία του προγράμματος μετριέται σήμερα με αριθμούς και δείχνει την αυξητική τάση της συμμετοχής παιδιών και νέων σε μια διαδικασία που τους εντάσσει, δεν τους αποκλείει, τους συμπεριλαμβάνει, δεν τους εξαιρεί. Ιδίως για τις γυναίκες, το πρόγραμμα αυτό υπήρξε μια διέξοδος, ένας δρόμος προς την εκπλήρωση των ονείρων τους. Η ύπαρξη αυτού του σχολείου, η δυνατότητα να μάθουν τη γλώσσα της χώρας τους, να σπουδάσουν, να τελειώσουν, πολλές απ’ αυτές, ακόμα και το πανεπιστήμιο, έσπασε τον κλοιό της περιθωριοποίησης, τις βοήθησε να χειραφετηθούν και να μη μείνουν δια βίου περιορισμένες στο στενό περιβάλλον του σπιτιού και της κοινότητάς τους. Η ολοένα αυξανόμενη συμμετοχή τους στην κοινωνική, εκπαιδευτική, πολιτική ζωή δίνει αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον.
Ταιριάζει ένα τέτοιο διαπολιτισμικό πρόγραμμα στο ελεύθερο, ανοιχτό, προοδευτικό πνεύμα της Θράκης. Βοηθάει να ξαναβρεθούν τα βιωμένα δίκτυα επικοινωνίας, να αποκατασταθούν τρόποι συνύπαρξης με αμοιβαία κατανόηση και σεβασμό. Άλλωστε η Θράκη αποτέλεσε ανέκαθεν φυτώριο παιδείας – ακόμη και πριν από τον 19ο αιώνα, όλες οι ελληνικές πόλεις της Θράκης διέθεταν σχολείο. Όταν μάλιστα, μετά το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα καθιερώθηκε, κατά κάποιο τρόπο, η ισότητα των δικαιωμάτων όλων των υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άρχισε η πνευματική αναγέννηση των υποδούλων, μέσα από την δραστηριοποίηση τόσο του ελληνικού κράτους όσο και των πολυάριθμων φιλεκπαιδευτικών συλλόγων σε όλες τις οθωμανοκρατούμενες περιοχές. Οι συντεχνίες, η μόρφωση πολλών εμπόρων και οι επαφές τους με το εξωτερικό διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για εθνική αφύπνιση του ελληνισμού μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία. Τότε αρχίζει να ενδιαφέρει τον εθνικό πολιτικό σχεδιασμό και η εγγραμματοσύνη των γυναικών. Και μολονότι κύριος προωθητικός παράγοντας για την ανάπτυξη της εκπαίδευσης των κοριτσιών υπήρξαν κυρίως οι εθνικοπολιτικές επιδιώξεις, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι ευρωπαϊκές διαφωτιστικές αντιλήψεις για τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης των γυναικών, διαμεσολαβημένες από τον νεοελληνικό διαφωτιστικό λόγο. Η γνώση έγινε η οδός προς την χειραφέτηση για τις νεαρές γυναίκες που άρχιζαν δειλά να εξέρχονται από τον ιδιωτικό χώρο, μορφώνονταν στα Παρθεναγωγεία και τα Διδασκαλεία, διεκδικούσαν το δικαίωμα στην εργασία, μάχονταν για μια κατά το δυνατόν ισότιμη συμμετοχή στον κοινωνικό βίο. «Σας βλέπω ήδη ετοίμους και προς το πηδάλιον σπευδούσας»: μ’ αυτήν την φράση απευθύνεται στις νέες διδασκάλισσες που μόλις αποφοιτούν η Καλλιόπη Κεχαγιά, διευθύντρια του Ζαππείου παρθεναγωγείου. Και ίσως ανάμεσα σ’ αυτές τις νέες κοπέλες που η δασκάλα τους τις παροτρύνει «Ηπλώσατε τα ιστία υμών και ο άνεμος σπεύδει να πληρώση αυτά, μαντεύων την ανυπόμονον υμών σπουδήν», να βρισκόταν και η Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού από το Μακροχώρι της Ανατολικής Θράκης. Η Αθηνά φοίτησε στο Ζάππειο παρθεναγωγείο, εργάστηκε ως δασκάλα στη γενέτειρά της από το 1903 ως το 1907, μετέπειτα ανέλαβε την αρχισυνταξία στο περιοδικό της Κωνσταντινούπολης «Νέον Πνεύμα» και ερχόμενη στην Αθήνα το 1911 ίδρυσε το οικοτροφείο «Το σπίτι του κοριτσιού», όπου στέγασε πολλές κοπέλες από τη Μικρά Ασία μετά την Μικρασιατική καταστροφή, διηύθυνε τα περιοδικά «Ελληνίς» και «Σοσιαλιστική Ζωή», αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των γυναικών. Μια ακόμη Θρακιώτισσα –όπως και η Αύρα Θεοδωροπούλου την οποία ήδη ανέφερα– ανάμεσα στις πολλές, φωτισμένες γυναίκες του τόπου μας.
Φίλες και φίλοι
Αν η ελληνική εκπαίδευση αντιστάθηκε στον βουλγαρικό επεκτατισμό και στον τουρκικό εθνικισμό που σημάδεψαν τις αρχές του 20ου αιώνα ως αμυντικός μηχανισμός εναντίον των προσπαθειών αλλοίωσης της εθνικής φυσιογνωμίας αλλά και ως μηχανισμός άσκησης επιρροής, σήμερα την εθνική και πολιτιστική φυσιογνωμία της Θράκης ενισχύει ένα από τα σημαντικότερα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης. Η Πολυτεχνική Σχολή της Ξάνθης, η Σχολή Επιστημών Υγείας της Αλεξανδρούπολης, η Σχολή Επιστημών Γεωπονίας και Δασολογίας της Ορεστιάδας, η Σχολή Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών, η Σχολή Κοινωνικών, Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών, έχουν να επιδείξουν εξαιρετική ποιότητα διδασκαλίας και υψηλό επίπεδο έρευνας. Και ως εκ της ιδιότητάς μου, θα ήθελα να ξεχωρίσω τη Νομική Σχολή της Κομοτηνής, για την αξιόλογη συμβολή της στον νομικό πολιτισμό της χώρας αλλά και στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο χάρη στο διακεκριμένο επιστημονικό δυναμικό της.
Φίλες και φίλοι,
Η ειρηνική, δημιουργική, πατριωτική Θράκη, η Θράκη με το μεγάλο ιστορικό βάθος, τα εκπληκτικά μνημεία και τους σημαντικούς, δυστυχώς όχι όσο θα τους άξιζε αξιοποιημένους αρχαιολογικούς χώρους, η Θράκη με το μεγάλης αισθητικής και οικολογικής αξίας φυσικό περιβάλλον της, με το αγροτικό τοπίο της που δίνει παραδείγματα βιώσιμης ανάπτυξης, η Θράκη με την μοναδική μουσική της και την δημώδη μούσα της, η Θράκη με τις πανάρχαιες χειροτεχνικές παραδόσεις της που συνδεόμενες με την τεχνολογία μπορούν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες αισθητικές και χρηστικές ανάγκες, είναι ένας τόπος που πλουτίζει από τη διαφορά και δυναμώνει από τη σύνθεση των αντιθέσεων. Τόπος πολιτισμού και συνύπαρξης, τόπος εθνικής υπερηφάνειας και ηθικής δύναμης, τόπος που περιέχει και εκπέμπει ιστορία, είναι και για μένα ένας τόπος μνήμης, και συνεχίζει, κάθε φορά που τον επισκέπτομαι, να με περιβάλλει με τη ζεστασιά που γνώρισα στα πρώτα παιδικά μου χρόνια. Η παρουσία σας εδώ μου δίνει δύναμη και κουράγιο. Μαζί θα προχωρήσουμε για μια Θράκη περήφανη και δυναμική και μια Ελλάδα ικανή να αντιμετωπίσει προκλήσεις και δυσκολίες και να οδεύσει αισιόδοξα προς το μέλλον».